Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020

Η Δύναμη της Θεραπευτικής Σχέσης


Η σχέση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου είναι πολύτιμη κι ιδιαίτερη. Είναι μια σύνδεση που αποτελεί τον απαραίτητο και ανεκτίμητο μοχλό της θεραπευτικής αλλαγής.

Θεραπευτική σχέση

Η σύνδεση είναι το θεμελιώδες χαρακτηριστικό οποιασδήποτε σχέσης, πόσο μάλλον της σχέσης μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου. Η σύνδεση στη θεραπευτική σχέση αφορά τόσο στην άμεση επαφή όσο και στο βαθύτερο νοητικό επίπεδο.

Η δημόσια παρατηρήσιμη σχέση αποτελείται από όλες τις επιμέρους επικοινωνίες που αναπτύσσονται στην εκάστοτε σχέση, κατά τη διάρκεια της οποίας και οι δύο πλευρές στέλνουν και δέχονται ποικίλα λεκτικά, φωνητικά και σωματικά μηνύματα.   

Π.χ. ο θεραπευόμενος αποφασίζει πόσο θα ανοιχτεί, τι θα αποκαλύψει και τι θα κρατήσει για τον εαυτό του, πώς θα μιλήσει, ο δε θεραπευτής επιλέγει με ποιο τρόπο θα προσεγγίσει τον θεραπευόμενο και πώς θα χειριστεί και θα αντιδράσει σε όσα του εκμυστηρεύεται εκείνος.

Σε όλη τη διάρκεια της κάθε συνεδρίας οι νοητικές αντιλήψεις του ενός για τον άλλο αναδιαμορφώνονται. Στο διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ των συνεδριών επίσης υπάρχει και διατηρείται η νοητική σχέση, αφού και οι δύο πλευρές κάνουν σκέψεις για την άλλη πλευρά και επανεξετάζουν και αξιολογούν το υλικό της συζήτησής τους.  

Ένας θεραπευτής παρά το ότι μπορεί να είναι ικανός να χρησιμοποιεί όσα έχει διδαχθεί στη θεωρία για να αντιληφθεί τις δυσκολίες του πελάτη του και έχει στη διάθεσή του πολυποίκιλες τεχνικές για την αποκάλυψη και την υπερκέραση αυτών των δυσκολιών, το σίγουρο είναι ότι η θεωρία και η τεχνική μεταδίδονται μέσα από την παρουσία και το είναι του θεραπευτή ως προσώπου, που είναι κλειδί στη διαδικασία της συμβουλευτικής. Η αποτελεσματική συμβουλευτική εξαρτάται από το πόσο λειτουργεί η θεραπευτική σχέση, τι συμβαίνει όταν αστοχεί και πώς μπορεί να επανορθωθεί.   

Ο θεραπευόμενος στη θεραπευτική διαδικασία

Ο θεραπευόμενος νιώθει έκδηλη φροντίδα από τη μεριά του θεραπευτή και έχει την αίσθηση ότι είναι ξεχωριστός για κάποιον (το θεραπευτή), κάτι που σπανίζει ή απουσιάζει από την εμπειρία των περισσότερων ανθρώπων. Έτσι, υπάρχει δυσκολία να την αποδεχτεί, να πιστέψει και να εμπιστευτεί το θεραπευτή, να θεωρήσει ότι είναι γνήσιο το ενδιαφέρον του, γι’ αυτό και απαιτείται χρόνος για να αρχίσει να λειτουργεί η σχέση.

Ο χρόνος αυτός ποικίλει ανάλογα με τον θεραπευόμενο και το πόσο γρήγορα θα αναπτυχθεί σύνδεση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου.    

Η θεραπευτική σχέση είναι κατά κοινή παραδοχή μία έντονη σχέση, που πολλά χρόνια μετά τη λήξη της παραμένει ζωντανή. Περισσότερο από τις τεχνικές και τη θεωρητική κατάρτιση του θεραπευτή τους αυτό που μετράει είναι η ποιότητα της σχέσης για την έκταση της ωφέλειας που αποκομίζει ο θεραπευόμενος.  

Η θεραπευτική σχέση στις διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις

Οι διαφορετικές συμβουλευτικές προσεγγίσεις απεικονίζουν με διαφορετικό τρόπο η καθεμία τη θεραπευτική σχέση. Ενδεικτικά, στην ψυχαναλυτική προσέγγιση μπορούμε να πούμε ότι ο θεραπευτής θεωρείται ως ένα δοχείο, τόπος-πρόσωπο στο οποίο μπορούν να εκδηλωθούν τα πιο οδυνηρά και καταστροφικά αισθήματα του θεραπευόμενου με ασφάλεια. Στη Γνωσιακή και Γνωσιακή-Συμπεριφοριστική προσέγγιση ο θεραπευτής λειτουργεί περισσότερο ως δάσκαλος, προπονητής, επιστήμονας και φιλόσοφος.

Ο θεραπευτής υποστηρίζει τον θεραπευόμενο να μάθει νέες δεξιότητες, τονώνει και εκθειάζει τα επιτεύγματα και τις επιτυχίες του, ενθαρρύνοντας τον και δίνοντάς του κίνητρα, ενώ παράλληλα, αμφισβητεί τις βασικές δυσλειτουργικές πεποιθήσεις και γνωστικά σχήματα του θεραπευόμενου. 

Στην αφηγηματική θεραπεία ο ρόλος του θεραπευτή προσομοιάζει με αυτόν του επιμελητή κειμένου, αφού σκοπός του είναι να εισηγείται στρατηγικές που ίσως να χρησιμοποιήσει ο θεραπευόμενος για να αποδομήσει, αναδομήσει και να αναδιηγηθεί την ιστορία του.

Στην προσωποκεντρική προσέγγιση η αγάπη είναι το βασικό συστατικό της σχέσης. Ο θεραπευτής είναι ανοιχτός στις δικές του ανάγκες και συναισθήματα κατά τη συνεδρία και αφήνεται να συναντήσει το θεραπευόμενο, με πλήρη αποδοχή του και χωρίς ετικέτες ή όρους, ώστε αυτός να μεταμορφωθεί από τη δύναμη της σχέσης «εγώ-εσύ».  

Οι βασικές συνθήκες της θεραπευτικής σχέσης

Οι βασικές συνθήκες μιας θεραπευτικής σχέσης συνοπτικά έχουν ως εξής: 

Άνευ όρων αποδοχή – Σεβασμός  

Η άνευ όρων αποδοχή είναι ικανότητα να βιώνουμε και να αντιμετωπίζουμε το θεραπευόμενο ως άτομο με αξία και αξιοπρέπεια. Δεσμευόμαστε να βοηθήσουμε, έχουμε διάθεση κατανόησης και δεν έχουμε επικριτική στάση.  

Βλέπουμε ανθρωπιστικά το θεραπευόμενο. Δείχνουμε τη διάθεσή μας να δουλέψουμε μαζί του, δείχνουμε το ανθρώπινο ενδιαφέρον μας, δείχνουμε την αποδοχή του από εμάς, προσφέρουμε ένα περιβάλλον όπου θα νιώθει ασφάλεια, οπότε δεν θα στενοχωριέται και δεν θα θυμώνει.  

  • Αφιερώνουμε χρόνο κι ενέργεια
  • Δε βιαζόμαστε
  • Με σχόλια κι ερωτήσεις δείχνουμε το ενδιαφέρον μας να τον κατανοήσουμε
  • Δείχνουμε το ενδιαφέρον μας με έκδηλη την πρόθεσή μας να τον κατανοήσουμε και όχι να τον επικρίνουμε
  • Σχολιάζουμε θετικά την προσπάθεια και τα λειτουργικά σημεία της προσωπικότητάς του.

Ενσυναίσθηση  

Ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να αντιδρούμε στα συναισθήματα του θεραπευόμενου μέσα από το δικό του πλαίσιο αναφοράς και όχι από το δικό μας. Η ικανότητα να επικοινωνούμε με ακρίβεια κι ευστοχία κατανόηση του μηνύματός του. Ενεργής εκτίμηση της συναισθηματικής εμπειρίας του άλλου. Βλέπουμε με τα μάτια του και ακούμε με τα αυτιά του.

Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε αρμονική θεραπευτική σχέση, θεραπευτική συμμαχία, δείχνουμε την κατανόηση και τη συμπαράστασή μας, συλλέγουμε πληροφορίες, αποσαφηνίζουμε τα προβλήματα.

  • Συγκεντρωνόμαστε στα λεκτικά και μη λεκτικά μηνύματα του θεραπευόμενου
  • Επιτρέπουμε τη σιωπή εάν χρειάζεται να επεξεργαστούμε τα μηνύματα πριν την παρέμβασή μας
  • Διαμορφώνουμε τις παρεμβάσεις βάσει του μηνύματος που εισπράξαμε
  • Χρησιμοποιούμε λέξεις παρόμοιες με του θεραπευόμενου
  • Προσέχουμε τα μη λεκτικά χαρακτηριστικά μας να συμβαδίζουν με τα μηνύματα που δεχόμαστε από το θεραπευόμενο

Αυθεντικότητα – Σύγκλιση  

Η αυθεντικότητα είναι η ικανότητα του θεραπευτή να είναι αυθεντικός χωρίς να παρουσιάζει πλαστή εικόνα του εαυτού του. Στόχος είναι να μειώσουμε τη συναισθηματική απόσταση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου και η επιτάχυνση της διαδικασίας γνωριμίας και της ανάπτυξης αρμονικής σχέσης βασισμένης στην εμπιστοσύνη.  

  • Λεκτικά και μη λεκτικά μας μηνύματα συνεπή μεταξύ τους
  • Αποφεύγουμε να δίνουμε έμφαση στο ρόλο και τη θέση μας
  • Είμαστε αυθόρμητοι, αλλά ευγενικοί.
  • Αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά μας
  • Οπτική επαφή, χαμόγελο, σκύβουμε προς το μέρος του θεραπευόμενου

Σε μια διαδικασία ψυχοθεραπείας ο βαθμός που θα επιτευχθεί η δημιουργία σύνδεσης μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου είναι το κλειδί για την αποτελεσματικότητά της και την επίτευξη του θεραπευτικού στόχου.

Κυριακή 1 Μαρτίου 2020

Πεποιθήσεις και πώς μας επηρεάζουν

Είναι αναμφίβολο ότι το πώς είμαστε σαν άνθρωποι σχετίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό με τις πεποιθήσεις μας. 
Οι πεποιθήσεις αρχίζουν να δημιουργούνται από τη στιγμή της γέννησης. Από όταν άνθρωποι μας χαμογελούσαν ή μας φώναζαν όταν ήμασταν νεογέννητα. Αυτές οι πρώτες αλληλοεπιδράσεις και όλες όσες ακολούθησαν με άλλα 
ανθρώπινα πλάσματα διαμόρφωσαν τον άνθρωπο που είμαστε σήμερα. 
Έτσι, λοιπόν, έχουμε διαμορφώσει μία εικόνα για τον εαυτό μας που βασίζεται 
στις συμπεριφορές άλλων ανθρώπων προς εμάς. 
Είναι μια εικόνα που έχουμε υιοθετήσει και η οποία είτε μας βοηθά είτε μας 
εμποδίζει στην πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων μας και ποτέ δεν μένει 
στατική, αλλά αλλάζει με κάθε νέα περίσταση ή συνθήκη που διαμορφώνεται.    

Από τη γέννησή μας ακόμα«ειδικοί» παρακολουθούσανσχημάτιζαν 
γνώμες και αξιολογούσαν όλα όσα κάναμε. 
Αυτοί οι επονομαζόμενοι «ειδικοί» ήταν οι γονείςοι δάσκαλοι
οι συγγενείς, οι μεγαλύτεροι. 
Καθώς μεγαλώναμε δεχτήκαμε και μετρήσαμε τις γνώμες τους ως την 
απόλυτη αλήθεια. 
Τώραστην ενήλικη ζωή μας μπορούμε να αξιολογήσουμε κατά πόσο 
αυτοί οι άνθρωποι ήταν ειδικοί σχετικά με τις ικανότητές μας. 
Με διαφορετικό τρόπο ο καθένας μπορεί να πρόσθεσε ή να περιόρισε 
την εξέλιξή μας.   

Η εικόνα που έχει κάθε άτομο για τον εαυτό του είναι μια γενική αποτίμηση 
κάθε συμπεριφοράς και γνώμης που τους έχει ειπωθεί για τον εαυτό τους 
από τη γέννησή τους και σε μερικές περιπτώσεις πριν ακόμη από αυτήν. 
Eίναι τόσο βαθιά ριζωμένοαπό τις συνεχείς ισχυρές επαναλήψεις που 
σταδιακά γίνεται η υποσυνείδητη εικόνα της ιδέας που έχει για τον εαυτό του.   

Ένας ενήλικας λειτουργεί μέσα στα όρια της εικόνας που έχει για τον 
εαυτό του και σταδιακά αυτή η δοσμένη εικόνα γίνεται ο πραγματικός 
άνθρωπος σε αντίθεση με την εικόνα. 
Σταδιακά γίνεται η «νόρμα» και η «ζώνη ασφαλείας» μας, όπου 
αισθανόμαστε ασφαλείς, σίγουροι και προστατευμένοι. 
Αυτό παρόλο που ακούγεται θετικόμπορεί να γίνει αρνητικό, αφού 
μπορεί να καταντήσει περιοριστική φυλακή.  
Είναι η αντίληψη του τι πιστεύουμε εμείς ότι είμαστετι νομίζουμε 
ότι είμαστεπου πρακτικά ορίζει πώς αντιδρούμε στη ζωή και κατά 
συνέπεια τι πιστεύουμε ότι είμαστε ικανοί να κάνουμε. 
Η ζώνη ασφαλείαςστην οποία κινούμαστε είναι η ζωήπου νιώθουμε 
ασφαλείς να ζούμε.
Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να είναι μια ζωή μέσα στη μιζέρια
τη φτώχειατον πόνοτη βαρεμάρατο φόβο και τη θλίψη.   
Οι άνθρωποι συχνά μένουν κλειδωμένοι σε τέτοιες καταστάσεις επειδή 
η εικόνα για τον εαυτό τους και οι πεποιθήσεις τους τους στηρίζει σ’ αυτές. 
Πραγματικά πιστεύουν ότι αυτός είναι ο τρόπος που τους αξίζειαυτό που 
δικαιούνται και ασφαλείς με αυτή την πεποίθηση παραμένουν άπραγοι μέσα 
στη ζώνη ασφαλείας τους.  

Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν μέσα σε μία κλειστή επαναληπτική διαδικασία. Η εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους δημιουργείται από τις πεποιθήσεις τους (ό,τι πιστεύει ένα άτομο ότι είναι αλήθεια για εκείνο και τον κόσμο). Το άτομο χτίζει και ταϊζει αυτές τις πεποιθήσεις και αληθινά νιώθει άνετα με αυτές. 


Μόλις ένα άτομο πάρει την απόφαση να αλλάξει ξαφνικά έχει την 
ουσιαστική ελευθερία να διαλέξει και κατά συνέπεια να απολαύσει πεποιθήσεις 
και συμπεριφορές που τον ενδυναμώνουν. 
Η διαδικασία είναι η ίδια για όλα τα άτομα.  Ο καθένας μας έχει τις δικές του φανταστικές φυλακές και είναι δική μας απόφαση να ανακτήσουμε ή όχι την ελευθερία μας.  

Οι πεποιθήσεις μπορούν να αλλάξουν. Όλων οι πεποιθήσεις μπορούν να αλλάξουν. Αυτό που χρειάζεται είναι να τις εντοπίσουμε, να δούμε πώς μας επηρεάζουν και να αποφασίσουμε ότι θέλουμε να αλλάξουμε. 

Η διαδικασία δεν είναι απλή και εύκολη, αλλά δύσκολη και χρονοβόρα. 
Εάν σκεφτούμε πόσα χρόνια μας πήρε να εδραιωθεί η πεποίθηση είναι απολύτως κατανοητό ότι η διαδικασία για να την αποτινάξουμε θα πάρει πολύ χρόνο και κόπο.  

Όμως, να θυμάστε ότι εσείς επιλέγετε να πιστεύετε τις δικές σας πεποιθήσεις 

και επομένως εσείς μπορείτε και να τις αλλάξετε.